Ενδοσκοπική διάνοιξη καρπιαίου σωλήνα

Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι το πιο συχνό πρόβλημα παγίδευσης νεύρων που φέρνει έναν ασθενή στο ορθοπεδικό ιατρείο.

Επηρεάζει το 1% του γενικού πληθυσμού.

Κοιτώντας την παλάμη ο καρπιαίος σωλήνας είναι ένα κανάλι στον καρπό, το έδαφος του οποίου σχηματίζεται από τα οστά του καρπού και η οροφή από τον εγκάρσιο καρπιαίο σύνδεσμο.

Από το κανάλι αυτό διέρχονται τένοντες καθώς και το μέσο νεύρο.

Το μέσο νεύρο παρέχει αίσθηση στον αντίχειρα, τον δείκτη, τον μέσο και τον μισό παράμεσο και κίνηση στη βάση του αντίχειρα.

Ποιες αιτίες μπορούν να προκαλέσουν την εμφάνιση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα;

Βασική αιτία εμφάνισης του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα είναι η υπέρχρηση του καρπού (χρήση εργαλείων ή φορτίων).

Επίσης, συνδέεται με γενετική προδιάθεση (εξαιτίας του ανατομικού σχεδιασμού της περιοχής και συγκεκριμένα εξαιτίας του μεγέθους του καρπιαίου σωλήνα), με τραυματισμούς και τέλος με καταστάσεις, όπως η εγκυμοσύνη, ο διαβήτης, ο θυρεοειδής και η ρευματοειδής αρθρίτιδα.

Εξαιτίας των παραπάνω καταστάσεων το μέσο νεύρο δέχεται μεγάλη πίεση με αποτέλεσμα να μην λειτουργεί σωστά.

Κατά συνέπεια ο ασθενής βιώνει συμπτώματα, όπως μούδιασμα, μυρμήγκιασμα, αίσθημα καύσου και πόνο, τα οποία με την πάροδο του χρόνου επιδεινώνονται.

Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο ασθενής ξυπνάει την νύχτα με μουδιασμένα δάχτυλα και πρέπει να «τινάξει» το χέρι του ή να το κρεμάσει χαμηλά, για να ξεμουδιάσει.

Σε προχωρημένο στάδιο, όταν ο ασθενής αγνοήσει τη συμπτωματολογία, η μυϊκή μάζα στη βάση του αντίχειρα χάνεται και ο ασθενής δεν μπορεί να πιάσει (του πέφτουν πράγματα).

Πώς προσεγγίζεται θεραπευτικά το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα;

Σκοπός της θεραπείας είναι η αποσυμπίεση του μέσου νεύρου.

Αυτό επιτυγχάνεται είτε με συντηρητική είτε με χειρουργική αντιμετώπιση.

Η συντηρητική αντιμετώπιση, η οποία έχει μειωμένα ποσοστά επιτυχίας, περιλαμβάνει παυσίπονα, αλλαγή στη δραστηριότητα ή τον χρησιμοποιούμενου εξοπλισμού, χρήση νάρθηκα ή τοπικές ενέσεις στεροειδών και φυσικοθεραπεία.

Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι σαφώς πιο αποτελεσματική.

Σ’ αυτήν ο χειρουργός σκίζει τον εγκάρσιο σύνδεσμο, ο οποίος περιορίζει το κανάλι, και ως εκ τούτου ν’ αποσυμπιεστεί το μέσο νεύρο.

Ως προς τη χειρουργική αντιμετώπιση υπάρχουν δύο επιλογές.

Η μία επιλογή είναι η κλασική, ανοικτή μέθοδος και η άλλη η ενδοσκοπική.

Η πρώτη παρά τη μακρά και επιτυχημένη πορεία της, έχει υψηλότερα ποσοστά επιπλοκών, μεταξύ των οποίων η αιμορραγία, οι επώδυνες υπερτροφικές ουλές, τα επίμονα συμπτώματα, οι λοιμώξεις και οι βλάβες του μέσου και του ωλένιου νεύρου, αλλά και άλλων παρακείμενων ιστών.

Ακόμη και όταν είναι απολύτως επιτυχής, η έκταση της χειρουργικής τομής και το εκτεταμένο διάστημα αποκατάστασης, που μπορεί να διαρκέσει από μερικές εβδομάδες έως αρκετούς μήνες, αυξάνει την ταλαιπωρία των ασθενών αλλά και το έμμεσο κόστος θεραπείας, στο οποίο προστίθεται και η απώλεια εισοδήματος λόγω αδυναμίας του ασθενή να εργαστεί.

Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της ενδοσκοπικής διάνοιξης του καρπιαίου σωλήνα;

Η ενδοσκοπική διάνοιξη του καρπιαίου σωλήνα έχει αποδείξει στην πράξη την υπεροχή της, γιατί γίνεται με τη βοήθεια κάμερας.

Όταν δεν χρησιμοποιείται κάμερα θεωρείται ανοιχτή επέμβαση.

Κατά την ενδοσκοπική χειρουργική αντιμετώπιση γίνεται υπό περιφερειακή και ολική αναισθησία μια τομή μέχρι 2 εκατοστά.

Μέσα από αυτή διέρχεται η συσκευή διάνοιξης με την κάμερα.Η κάμερα είναι υψηλής ευκρίνειας 4Κ.

Ο δρ.Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος χρησιμοποιεί το πλέον σύγχρονο, εργονομικό και ασφαλές σύστημα, το οποίο επιτρέπει καλύτερη οπτικοποίηση της χειρουργούμενης περιοχής.

Το σύστημα αυτό έχει βελτιωμένα χαρακτηριστικά σε σχέση με άλλες συσκευές ενδοσκοπικής αποκατάστασης και τα οφέλη είναι πολλά, δεδομένου ότι το σύστημα θέτει το χέρι του χειρουργού σε ευθυγράμμιση με τη λεπίδα μειώνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την πιθανότητα μηχανικών βλαβών και κυρίως τον τραυματισμό του μέσου νεύρου.

Προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργεί ο απλός σχεδιασμός των οργάνων και ο μηχανισμός λεπίδων μιας χρήσης, που περιλαμβάνει όλα τα κινούμενα μέρη μειώνοντας τον χειρουργικό χρόνο.

Στο τέλος, ο χειρουργός ράβει την τομή και επιδένει τον καρπό ή τοποθετεί νάρθηκα για την προστασία της τομής.

Στην συντριπτική πλειονότητά τους οι ασθενείς παραμένουν στο νοσοκομείο λίγες ώρες.

Το τραύμα διατηρείται καθαρό και στεγνό για 10-14 μέρες.

Η δραστηριότητα προσδιορίζεται μόνο από το επίπεδο άνεσης του ασθενή, καθώς δεν υπάρχουν περιορισμοί.

Το τραύμα ελέγχεται 2 μέρες μετά την επέμβαση και ο τελικός έλεγχος πραγματοποιείται μετά από 2 εβδομάδες.

Στα τεκμηριωμένα πλεονεκτήματα για τον ασθενή περιλαμβάνεται η συντομότερη επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες κατά σχεδόν 50% συγκριτικά με τις ανοικτές επεμβάσεις διάνοιξης του καρπιαίου σωλήνα.

Η περίοδος αποκατάστασης εξαρτάται από το στάδιο του συνδρόμου και την ένταση των συμπτωμάτων προεγχειρητικά, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση της υγείας του ασθενή.

Εάν το μέσο νεύρο πιεζόταν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, με σοβαρή απώλεια αίσθησης, η ανάκαμψη θα είναι βραδύτερη και η πλήρης αποκατάσταση μπορεί να διαρκέσει έως και ένα έτος.

Για κάποιους ασθενείς η πλήρης ανάκτηση μπορεί να μην είναι εφικτή.